Άφιξη σπουδαίων αστέρων στην Μπάγερν είναι ένα σύνηθες φαινόμενο. Χάβι Μαρτίνεθ με 40 εκατ. ευρώ το 2012, Μάριο Γκέτσε την επόμενη σεζόν έναντι 37 εκατ. ευρώ, ελεύθερος ο Λεβαντόφσκι το 2014, Αρτούρο Βιδάλ έναντι 40 εκατ. ευρώ το 2015, ρεκόρ τα 41,5 εκατ. ευρώ του Τολισό το 2017, ρεκόρ του Ερναντές το 2019 με 80 εκατ. ευρώ και εσχάτως ο Λιρόι Σανέ με συνολικά 60 εκατ. ευρώ το 2020.
Το φετινό κόλπο γκρόσο, όμως, των Βαυαρών με την απόκτηση και την (εντός των ημερών) επίσημη ανακοίνωση, όπως φυσικά και παρουσίαση, του Σαντιό Μανέ, σημαίνει (χωρίς άλλες παρεμβολές) και το deal της 10ετίας. Ένας 30χρονος σταρ έρχεται στα... ντουζένια του από τη Λίβερπουλ (και γενικά από ομάδα πρωταθλητισμού της Πρέμιερ Λιγκ) στην Μπάγερν και στην Bundesliga. Αυτό έχουμε καιρό να το δούμε, ειδικά στην τελευταία πενταετία. Διότι ο Σανέ, καλός-χρυσός-άγιος, δεν ήταν ο απόλυτος σταρ της Μάντσεστερ Σίτι, ας μη γελιόμαστε.
Είναι ένα ισχυρό μεταγραφικό statement των Βαυαρών. Ένας απόλυτα ικανός λόγος να πείσει ακόμα και τον Ρόμπερτ Λεβαντόφσκι να παραμείνει στο κλαμπ και να διεκδικήσει για μία τελευταία χρονιά (ξανά) το Τσάμπιονς Λιγκ με την Μπάγερν. Είναι μία ανώτερη προσθήκη, που θα... σβήσει την όποια πίκρα από την (επικείμενη πλέον) αποχώρηση του Σερζ Γκνάμπρι προς Αγγλία μεριά. Ακόμα και πανευρωπαϊκά μπαίνει εκ νέου στο κάδρο των ισχυρών κλαμπ η Μπάγερν. Μιλάμε, πάντα, μεταγραφικά. Δεν μπορεί να μπει στο κόλπο της διεκδίκησης των Εμπαπέ, Νούνιες, Χάαλαντ, Τσουαμενί, Ντεμπελέ. Γνωστό αυτό. Είναι ξεκάθαρη η σφιχτή οικονομική πολιτική των παραγόντων στη Säbener Strasse. Αυτό δεν σημαίνει, όμως, ότι έχει ξεθωριάσει το brand name της ανά τον κόσμο. Αλλιώς δεν θα απέρριπτε άλλες προτάσεις ο Σενεγαλέζος άσος, για να αφιχθή στο Μόναχο.
Ο νεαρός κόουτς Γιούλιαν Νάγκελσμαν παίρνει τον ποδοσφαιριστή που επιθυμούσε διακαώς στην αρχή της προετοιμασίας. Οι Καν και Σαλιχάμιτζιτς κερδίζουν πόντους στο διοικητικό τομέα, διότι για τη μεταγραφή της 10ετίας θα δαπανήσουν ΜΑΞΙΜΟΥΜ 41,5 εκατομμύρια ευρώ. Cash θα δοθούν τα 32, μπόνους συμμετοχών στα 6 εκατ. ευρώ, μπόνους σε ατομικές διακρίσεις στα 3,5 εκατ. ευρώ. Το ότι θα είναι από τους καλύτερα αμοιβόμενους ποδοσφαιριστές σε ετήσιο μισθό, εξυπακούεται. Και πάλι, τσάμπα πράγμα...
Κεφάλαιο Σαντιό Μανέ. Τον έχουμε δει να κυκλοφορεί με σπασμένη οθόνη στο κινητό τηλέφωνό του. Πρόσθεσε δίκτυο 4G στη γενέτειρά του, έχτισε σχολείο και νοσοκομείο, μηνιαίως δίνει ένα χρηματικό ποσό σε κάθε οικογένεια, δωρίζει ρούχα στα πιτσιρίκια, στις διακοπές του πηγαίνει στο χωριό και παίζει ποδόσφαιρο με τους ντόπιους, στη λάσπη, εν μέσω καταιγίδας. Αποχωρεί από τη Λίβερπουλ ως ένας σύγχρονος θρύλος, έχοντας κατακτήσει κάθε τρόπαιο που ήταν διαθέσιμο προς... κατάκτηση.
Υπό άλλες συνθήκες, θα κάναμε λόγο για μία ποδοσφαιρική ντίβα. Και μάλλον, εδώ που τα λέμε, έτσι πρέπει να τον χαρακτηρίσουμε. Όχι, όμως, με την κλασική έννοια. Ο Μανέ είναι μία ποδοσφαιρική ντίβα, μία ξεχωριστή προσωπικότητα, ένας ηγέτης, ο οποίος αγωνίζεται επί χρόνια σε τοπ επίπεδο. Κι’ όμως, ο χαρακτήρας του είναι αψεγάδιαστος, πάντα χαμογελαστός, χαμηλών τόνων. Μία ντίβα χωρίς... σταριλίκι.
Το εκτίμησαν οι φίλοι της Λίβερπουλ και θα το εκτιμήσουν ακόμα περισσότερο οι φίλοι της Μπάγερν. Κανείς στα ενδότερα του κλαμπ δεν αρέσκεται σε εγωισμούς, βάζοντας τον εαυτό του πάνω από το σύλλογο. Δεν το έπραξαν οι κύριοι που αναφέρουμε στον πρόλογο. Δεν... τόλμησαν να το πράξουν καν (όσο ανεβασμένο να ήταν το status τους) οι Ρόμπεν και Ριμπερί. Δεν το έχουν κάνει τόσα χρόνια οι Νόιερ και Μίλερ. Ο Μανέ γνωρίζει που έρχεται και με τι περγαμηνές θα αφιχθή στο Μόναχο. Κατά την άποψή μου, πέραν των ηχηρών μεταγραφών των Χάαλαντ, Νούνιες, Τσουαμενί, ο γάμος Μανέ-Μπάγερν μπορεί να είναι ο πιο κερδοφόρος και ο πιο αποτελεσματικός του καλοκαιριού, για αμφότερες τις πλευρές.